Φιμώνω στα ουκρανικά
Μετάφραση: φιμώνω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
тужитися, кляп, затичка, морда, пика
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φιμώνω
φιμώνω συνώνυμα, φιμώνω συνώνυμο, φιμώνω στα αγγλικά, φιμώνω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, φιμώνω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- φιλύποπτος στα ουκρανικά - хитрий, хитра
- φιλώ στα ουκρανικά - доля, поцілунок, поцелуй, цілунок, поцілуй
- φινάλε στα ουκρανικά - фінал, кінець, край, наприкінці
- φινέτσα στα ουκρανικά - тонкість, хитрість, тонкощі, хитрощі, витонченість, лірика, нюанс
Τυχαίες λέξεις
Φιμώνω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: тужитися, кляп, затичка, морда, пика
Μεταφράσεις: тужитися, кляп, затичка, морда, пика