Φιμώνω στα εσθονικά
Μετάφραση: φιμώνω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
anekdoot, koon, koonu, koonul, suukorv, koonuosa
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φιμώνω
φιμώνω συνώνυμα, φιμώνω συνώνυμο, φιμώνω στα αγγλικά, φιμώνω λεξικό γλώσσας εσθονικά, φιμώνω στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- φιλύποπτος στα εσθονικά - hillitsetud, Ettevaatus, umbusklikud, Ettevaatus on, Erapoolik jnk, umbusklikuks
- φιλώ στα εσθονικά - suudlema, suudlus, Kiss, suudelda, suudlusega, suudlust
- φινάλε στα εσθονικά - lõpetus, finaal, lõpp, ots, lõpuks, lõpus, lõppu
- φινέτσα στα εσθονικά - kavalus, finesse, osavus, Peenelt valmistatud
Τυχαίες λέξεις
Φιμώνω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: anekdoot, koon, koonu, koonul, suukorv, koonuosa
Μεταφράσεις: anekdoot, koon, koonu, koonul, suukorv, koonuosa