Φύλλωμα στα δανικά
Μετάφραση: φύλλωμα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
blade, løv, bladværk, bladene, løvet
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φύλλωμα
φύλλωμα στο λαιμο, φύλλωμα δερματος, φύλλωμα μαστου, φύλλωμα κύστης, φύλλωμα στην ουροδόχο κύστη, φύλλωμα λεξικό γλώσσας δανικά, φύλλωμα στα δανικά
Μεταφράσεις
- φύλαρχος στα δανικά - tribal, af tribal, stammeledere, stamme, stammefolk
- φύλλο στα δανικά - blade, blad, leaf, i blade, bladet
- φύλο στα δανικά - køn, Sex, af køn, koen
- φύση στα δανικά - karakter, naturen, natur, art, arten
Τυχαίες λέξεις
Φύλλωμα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: blade, løv, bladværk, bladene, løvet
Μεταφράσεις: blade, løv, bladværk, bladene, løvet