Φύλλωμα στα πολωνικά
Μετάφραση: φύλλωμα, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
ulistnienie, listowie, liści, liście, listowia, foliage
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φύλλωμα
φύλλωμα στο λαιμο, φύλλωμα δερματος, φύλλωμα μαστου, φύλλωμα κύστης, φύλλωμα στην ουροδόχο κύστη, φύλλωμα λεξικό γλώσσας πολωνικά, φύλλωμα στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- φύλαρχος στα πολωνικά - wódz, herszt, plemienny, tribal, plemiennych, plemienne, plemiennej
- φύλλο στα πολωνικά - lista, karta, kartka, listek, folia, liść, skrzydło, ...
- φύλο στα πολωνικά - stosunek, rodzaj, seks, płeć, sex, płci, seksu
- φύση στα πολωνικά - usposobienie, rodzaj, charakter, jestestwo, typ, osobowość, pierwotność, ...
Τυχαίες λέξεις
Φύλλωμα στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: ulistnienie, listowie, liści, liście, listowia, foliage
Μεταφράσεις: ulistnienie, listowie, liści, liście, listowia, foliage