Χρονικό στα δανικά

Μετάφραση: χρονικό, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
krønike, Chronicle, krøniken, kronik
Χρονικό στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: χρονικό

χρονικό διάστημα english, χρονικό 25ης μαρτίου, χρονικό της άλωσης, χρονικό 1821, χρονικό του μορέως, χρονικό λεξικό γλώσσας δανικά, χρονικό στα δανικά

Μεταφράσεις

  • χρονικά στα δανικά - annaler, annalerne, Annals, årbøger
  • χρονικογράφος στα δανικά - krønikeskriver, kronikør, krønikeskriveren, krønikeren
  • χρονικός στα δανικά - tidsmæssige, tidsmæssig, timelige, tidsmæssigt, temporal
  • χρονοτριβή στα δανικά - forsinkelse, forsinkelsen, muligt, forsinkelser, forsinket
Τυχαίες λέξεις
Χρονικό στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: krønike, Chronicle, krøniken, kronik