Χρονικό στα πορτογαλικά
Μετάφραση: χρονικό, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
crônica, Chronicle, crónica, Crônica da, a Crônica
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χρονικό
χρονικό διάστημα english, χρονικό 25ης μαρτίου, χρονικό της άλωσης, χρονικό 1821, χρονικό του μορέως, χρονικό λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, χρονικό στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- χρονικά στα πορτογαλικά - anais, Annals, anais de, nos anais, anales
- χρονικογράφος στα πορτογαλικά - cronista, chronicler, historiador, cronistas
- χρονικός στα πορτογαλικά - temporal, temporais
- χρονοτριβή στα πορτογαλικά - atraso, demora, atrasos, de atraso, retardo
Τυχαίες λέξεις
Χρονικό στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: crônica, Chronicle, crónica, Crônica da, a Crônica
Μεταφράσεις: crônica, Chronicle, crónica, Crônica da, a Crônica