Όταν στα δανικά

Μετάφραση: όταν, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
når, da, ved, hvor
Όταν στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: όταν

όταν έχω εσένα - δημήτρης μητροπάνος, όταν είσαι εδώ αντώνης ρέμος, όταν το δείτε αυτό δεν θα ξαναπιείτε coca cola (βίντεο), όταν το δείτε αυτό δεν θα ξαναπιείτε coca cola, όταν σκοτώνουν τα κοτσύφια, όταν λεξικό γλώσσας δανικά, όταν στα δανικά

Μεταφράσεις

  • όσιος στα δανικά - Blessed, Velsignet, Salige, Salig, velsignede
  • όσχεο στα δανικά - scrotum, pungen, pung, skrotum
  • όφελος στα δανικά - fordel, benefit, gavn, fordele, ydelse
  • όχημα στα δανικά - køretøj, køretøjet, køretøjets, køretøjer
Τυχαίες λέξεις
Όταν στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: når, da, ved, hvor