Όταν στα πολωνικά

Μετάφραση: όταν, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wtedy, odkąd, kiedy, gdy, podczas, po
Όταν στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: όταν

όταν έχω εσένα - δημήτρης μητροπάνος, όταν είσαι εδώ αντώνης ρέμος, όταν το δείτε αυτό δεν θα ξαναπιείτε coca cola (βίντεο), όταν το δείτε αυτό δεν θα ξαναπιείτε coca cola, όταν σκοτώνουν τα κοτσύφια, όταν λεξικό γλώσσας πολωνικά, όταν στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • όσιος στα πολωνικά - religijny, poświęcony, sakralny, święty, błogosławiony, Najświętsza, Błogosławiona, ...
  • όσχεο στα πολωνικά - moszna, moszny, scrotum, mosznie, mosznę
  • όφελος στα πολωνικά - dobrodziejstwo, przywilej, korzystać, pomagać, przynieść, przynosić, skorzystać, ...
  • όχημα στα πολωνικά - nośnik, przewodnik, wóz, pojazd, nosiciel, wehikuł, powóz, ...
Τυχαίες λέξεις
Όταν στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: wtedy, odkąd, kiedy, gdy, podczas, po