Ακρώνυμο στα εσθονικά

Μετάφραση: ακρώνυμο, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
akronüüm, mäenimi, acronym, akronüümi, lühend, lühendi
Ακρώνυμο στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ακρώνυμο

ακρωνύμιο ορισμός, ακρώνυμο μελετητική, ακρώνυμο μελετητική ε.π.ε, ακρώνυμο λεξικό γλώσσας εσθονικά, ακρώνυμο στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • ακρωτηριάζω στα εσθονικά - amputeerima, sandistama, vigastavad, vigastada, vigasta, Silpoa
  • ακρωτηριασμός στα εσθονικά - amputatsioon, amputatsiooni, amputeerimine, amputeerimise, amputeerimist
  • ακτή στα εσθονικά - rannik, rand, kallas, randuma, rannikul, ranniku, rannikut, ...
  • ακτίνα στα εσθονικά - kiir, rai, kodarluu, raadius, raadiusega, raadiuses, raadiuse, ...
Τυχαίες λέξεις
Ακρώνυμο στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: akronüüm, mäenimi, acronym, akronüümi, lühend, lühendi