Ακρώνυμο στα κροατικά

Μετάφραση: ακρώνυμο, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
kratica, skraćenica, akronim, Skraćeni naziv
Ακρώνυμο στα κροατικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ακρώνυμο

ακρωνύμιο ορισμός, ακρώνυμο μελετητική, ακρώνυμο μελετητική ε.π.ε, ακρώνυμο λεξικό γλώσσας κροατικά, ακρώνυμο στα κροατικά

Μεταφράσεις

  • ακρωτηριάζω στα κροατικά - amputirati, odsjeći, osakatiti, nagrditi, sakatiti, sakaćenje, izmrcvariti
  • ακρωτηριασμός στα κροατικά - amputacija, amputacije, amputaciju, amputacijom
  • ακτή στα κροατικά - obale, mol, potpora, kraju, obala, obali, primorje, ...
  • ακτίνα στα κροατικά - raja, zraka, raža, zračiti, tračak, polumjer, zrak, ...
Τυχαίες λέξεις
Ακρώνυμο στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: kratica, skraćenica, akronim, Skraćeni naziv