Ανοίγω στα εσθονικά

Μετάφραση: ανοίγω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
lahti, avama, avalik, avatud, on avatud, open, avada
Ανοίγω στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανοίγω

ανοίγω σπίτι, ανοίγω το ψυγείο μου και τι να δω ο μπαρμπα-στάθης υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος, ανοίγω συνώνυμα, ανοίγω φύλλο για πίτα, ανοίγω τα μάτια σηκώνω το βλέμμα, ανοίγω λεξικό γλώσσας εσθονικά, ανοίγω στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • ανιχνευτής στα εσθονικά - otsija, andur, tajur, rajaleidja, sensor, luuraja, detektor, ...
  • ανιχνεύω στα εσθονικά - avastama, märkama, luuraja, rada, treng, järg, otsija, ...
  • ανοησίες στα εσθονικά - vadin, mula, jama, mõttetu, mõttetus, nonsenss, mõttetusi
  • ανοικοδόμηση στα εσθονικά - rekonstrueerimine, rekonstrueerimise, ülesehitustöö, ülesehitamiseks, rekonstrueerimist
Τυχαίες λέξεις
Ανοίγω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: lahti, avama, avalik, avatud, on avatud, open, avada