Ανοίγω στα λευκορωσικά

Μετάφραση: ανοίγω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
адчыняць, адкрыты, адкрытым, адчыненым, адкрытых
Ανοίγω στα λευκορωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανοίγω

ανοίγω σπίτι, ανοίγω το ψυγείο μου και τι να δω ο μπαρμπα-στάθης υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος, ανοίγω συνώνυμα, ανοίγω φύλλο για πίτα, ανοίγω τα μάτια σηκώνω το βλέμμα, ανοίγω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ανοίγω στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • ανιχνευτής στα λευκορωσικά - дэтэктар, детектор, сэнсар
  • ανιχνεύω στα λευκορωσικά - сканаванне, сканіраванне
  • ανοησίες στα λευκορωσικά - глупства, ерунда, лухта
  • ανοικοδόμηση στα λευκορωσικά - рэканструкцыя
Τυχαίες λέξεις
Ανοίγω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: адчыняць, адкрыты, адкрытым, адчыненым, адкрытых