Ανοίγω στα λιθουανικά
Μετάφραση: ανοίγω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
atviras, atidaryti, atvira, atviro, atviros
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανοίγω
ανοίγω σπίτι, ανοίγω το ψυγείο μου και τι να δω ο μπαρμπα-στάθης υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος, ανοίγω συνώνυμα, ανοίγω φύλλο για πίτα, ανοίγω τα μάτια σηκώνω το βλέμμα, ανοίγω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ανοίγω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ανιχνευτής στα λιθουανικά - sargyba, sargybinis, detektorius, jutiklis, detektorių, detektoriaus, detektoriumi
- ανιχνεύω στα λιθουανικά - sargybinis, sargyba, skenavimas, nuskaitymo, skenavimo, scan, nuskaitymas
- ανοησίες στα λιθουανικά - nesąmonė, nonsense, niekai, nesąmones
- ανοικοδόμηση στα λιθουανικά - rekonstrukcija, rekonstrukcijos, atstatymo, rekonstravimas, rekonstruoti
Τυχαίες λέξεις
Ανοίγω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: atviras, atidaryti, atvira, atviro, atviros
Μεταφράσεις: atviras, atidaryti, atvira, atviro, atviros