Απαγωγέας στα εσθονικά

Μετάφραση: απαγωγέας, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
inimröövija, röövija, Loitontajalihas, Naise ryöstäjä
Απαγωγέας στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απαγωγέας

απαγωγέασ υπέρτασησ, απαγωγέας λεξικό γλώσσας εσθονικά, απαγωγέας στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • απαγορεύω στα εσθονικά - keeld, keelama, keelustama, keelata, keelavad, keela, hoidku
  • απαγχονίζω στα εσθονικά - rippuma, riputama, kaak, poom, võllasse pooma, võllas
  • απαγωγή στα εσθονικά - inimrööv, röövimine, röövimise, röövimist, lapseröövi, röövi
  • απαγόρευση στα εσθονικά - keeld, keelustama, keelu, keeldu, keelustamine, keelustamise
Τυχαίες λέξεις
Απαγωγέας στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: inimröövija, röövija, Loitontajalihas, Naise ryöstäjä