Asümmeetriline στα ελληνικά
Μετάφραση: asümmeetriline, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ασύμμετρος, ασύμμετρη, ασύμμετρο, ασύμμετρες, ασύμμετρης, ασύμμετρα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- asutus στα ελληνικά - ίδρυση, σώμα, θεσμός, ίδρυμα, γραφείο, Office, γραφείου, ...
- asümmeetria στα ελληνικά - ασυμμετρία, ασυμμετρίας, η ασυμμετρία, την ασυμμετρία, της ασυμμετρίας
- asünkroonne στα ελληνικά - ασύγχρονος, ασύγχρονη, ασύγχρονης, ασύγχρονα, ασύγχρονο, ασύγχρονες
- asüül στα ελληνικά - ασυλία, άσυλο, ασύλου, το άσυλο, του ασύλου, χορήγησης ασύλου
Τυχαίες λέξεις
Asümmeetriline στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ασύμμετρος, ασύμμετρη, ασύμμετρο, ασύμμετρες, ασύμμετρης, ασύμμετρα
Μεταφράσεις: ασύμμετρος, ασύμμετρη, ασύμμετρο, ασύμμετρες, ασύμμετρης, ασύμμετρα