Ασύρματο στα εσθονικά

Μετάφραση: ασύρματο, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
köietantsija, Wireless, Traadita, Kiire traadiga, juhtmeta, Juhtmevaba
Ασύρματο στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ασύρματο

ασύρματο ποντίκι, ασύρματο ηχείο jam plus, ασύρματο πληκτρολόγιο, ασύρματο κουδούνι, ασύρματο τηλέφωνο, ασύρματο λεξικό γλώσσας εσθονικά, ασύρματο στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • ασύμμετρος στα εσθονικά - asümmeetriline, ühildamatut, ole võrreldavad
  • ασύμπτωτο στα εσθονικά - asümptoot, asymptote, asümptoodide, asümptootiliselt
  • ασύστολα στα εσθονικά - häbematult, häbitult, häbenemata, loosungile
  • ασύστολος στα εσθονικά - messingist, nahaalne, metalne, häbitu, häbematu, halastamatu, armutu, ...
Τυχαίες λέξεις
Ασύρματο στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: köietantsija, Wireless, Traadita, Kiire traadiga, juhtmeta, Juhtmevaba