Ασύρματο στα σουηδικά
Μετάφραση: ασύρματο, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
Trådlös, Trådlöst, Wireless, trådlösa, wi
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ασύρματο
ασύρματο ποντίκι, ασύρματο ηχείο jam plus, ασύρματο πληκτρολόγιο, ασύρματο κουδούνι, ασύρματο τηλέφωνο, ασύρματο λεξικό γλώσσας σουηδικά, ασύρματο στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ασύμμετρος στα σουηδικά - OJÄMFÖRBAR, INKOMMENSURABEL, INTE PROPORTIONELL, OTILLRÄCKLIG
- ασύμπτωτο στα σουηδικά - asymptot, asymptoten, asymptote
- ασύστολα στα σουηδικά - shamelessly, skamlöst, skam, fräckt, ett skamlöst
- ασύστολος στα σουηδικά - fräck, Hänsynslösa, Hänsynslös, Ruthless, skoningslös, skoningslösa
Τυχαίες λέξεις
Ασύρματο στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: Trådlös, Trådlöst, Wireless, trådlösa, wi
Μεταφράσεις: Trådlös, Trådlöst, Wireless, trådlösa, wi