Βασανιζόμενος στα εσθονικά
Μετάφραση: βασανιζόμενος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
piinatud, vaevatud, vasanizomenos
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βασανιζόμενος
βασανιζόμενος λεξικό γλώσσας εσθονικά, βασανιζόμενος στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- βασίλισσα στα εσθονικά - kuninganna, lipp, Queen, kuningannavoodi, kuningannat
- βασανίζω στα εσθονικά - vaevama, piinama, painama, kinnisideedele, Kiusata, Riivata
- βασανισμός στα εσθονικά - piinama, julmus, julmust, Cruelty, julmuse, julmusega
- βασανιστήριο στα εσθονικά - kanduma, traav, ribi, piinamine, piinamise, piinamist, piinamiseks, ...
Τυχαίες λέξεις
Βασανιζόμενος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: piinatud, vaevatud, vasanizomenos
Μεταφράσεις: piinatud, vaevatud, vasanizomenos