Βασανιζόμενος στα φινλανδικά

Μετάφραση: βασανιζόμενος, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
vasanizomenos
Βασανιζόμενος στα φινλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βασανιζόμενος

βασανιζόμενος λεξικό γλώσσας φινλανδικά, βασανιζόμενος στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • βασίλισσα στα φινλανδικά - kuningatar, queen, Suuri, kuningattaren
  • βασανίζω στα φινλανδικά - piinata, tuska, ahdistus, satuttaa, kiduttaa, kidutus, piina, ...
  • βασανισμός στα φινλανδικά - tuska, ahdistus, kidutus, piina, piinata, kiduttaa, vääristely, ...
  • βασανιστήριο στα φινλανδικά - teline, piinapenkki, kiristää, hylly, seimi, kehys, piina, ...
Τυχαίες λέξεις
Βασανιζόμενος στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: vasanizomenos