Βασιλεύω στα εσθονικά

Μετάφραση: βασιλεύω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
valitsusaeg, seadus, reegel, valitsema, valitsus, valitsemisaeg, valitseb, kuningaks, valitsevad
Βασιλεύω στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βασιλεύω

βασιλεύω ετυμολογία, βασιλεύω λεξικό γλώσσας εσθονικά, βασιλεύω στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • βασικός στα εσθονικά - põhikaup, toore, põhitoidus, põhi-, põhiline, põhilised, põhiliste, ...
  • βασιλεία στα εσθονικά - valitsus, valitsusaeg, valitsema, valitsemisaeg, valitseb, kuningaks, valitsevad
  • βασιλιάς στα εσθονικά - kuningas, King, kuninga, kuningale, kuningaks
  • βασιλικός στα εσθονικά - kuninglik, basiilik, Basil, basiiliku, basiilikut, basiilikuga
Τυχαίες λέξεις
Βασιλεύω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: valitsusaeg, seadus, reegel, valitsema, valitsus, valitsemisaeg, valitseb, kuningaks, valitsevad