Διανοητικός στα εσθονικά

Μετάφραση: διανοητικός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
haritlane, vaimne, vaimse, vaimset, vaimsete, vaimsele
Διανοητικός στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διανοητικός

διανοητικόσ σημασία, διανοητικός λεξικο, διανοητικός συνώνυμα, διανοητικός λεξικό γλώσσας εσθονικά, διανοητικός στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • διανέμω στα εσθονικά - jaotama, andma, levitama, levitada, jagada, jaotada
  • διανοητικά στα εσθονικά - intellektuaalselt, mõistusega, vaimselt, vaimse, vaimsete, vaimset, psüühiliselt
  • διανομέας στα εσθονικά - levitaja, jaotur, kirjakandja, postiljon, süüteseade, jagaja, turustaja, ...
  • διανομή στα εσθονικά - levitamine, levik, distributsioon, jaotus, jaotamise, levitamise, jaotamine, ...
Τυχαίες λέξεις
Διανοητικός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: haritlane, vaimne, vaimse, vaimset, vaimsete, vaimsele