Διερμηνέας στα εσθονικά
Μετάφραση: διερμηνέας, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sünkroontõlk, interpretaator, tõlk, tõlgi, tõlki, tõlgendaja
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διερμηνέας
διερμηνέας στα αγγλικά, διερμηνέας ολυμπιακού, διερμηνέας κηδεία μαντέλα, διερμηνέας βαλβερδε, διερμηνέας μαντέλα, διερμηνέας λεξικό γλώσσας εσθονικά, διερμηνέας στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- διεργασία στα εσθονικά - eksam, uurimine, küsitlemine, protsess, protsessi, protsessis, käigus
- διερεύνηση στα εσθονικά - juurdlus, uurimine, uurimise, uurimist, uurimises, uurimise käigus
- διερωτώμαι στα εσθονικά - ime, imestama, tea, ei tea
- διευθέτηση στα εσθονικά - paigutus, konfiguratsioon, asetus, kokkulepe, korraldus, kokkuleppe, korraldamine
Τυχαίες λέξεις
Διερμηνέας στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: sünkroontõlk, interpretaator, tõlk, tõlgi, tõlki, tõlgendaja
Μεταφράσεις: sünkroontõlk, interpretaator, tõlk, tõlgi, tõlki, tõlgendaja