Δόρυ στα εσθονικά
Μετάφραση: δόρυ, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
oda, spear, piik, piigi, piigiga
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δόρυ
δόρυ ετυμολογία, δόρυ mieszko, δόρυ του έθνους, δόρυ αγγλικά, αρχαίο δόρυ, δόρυ λεξικό γλώσσας εσθονικά, δόρυ στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- δόνηση στα εσθονικά - vibratsioon, võnkumine, vappumine, värisemine, vibratsiooni, vibratsiooniga, vibratsioonist, ...
- δόξα στα εσθονικά - hiilgus, kuulsus, aupaiste, au, hiilguse, hiilguses, kirkus
- δότης στα εσθονικά - doonor, andja, annetaja, doonori, rahastaja, doonorriikide
- δύναμη στα εσθονικά - sundima, elekter, vägi, võimsus, võim, võimu, võimsuse, ...
Τυχαίες λέξεις
Δόρυ στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: oda, spear, piik, piigi, piigiga
Μεταφράσεις: oda, spear, piik, piigi, piigiga