Δόρυ στα ουκρανικά

Μετάφραση: δόρυ, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
спис, списа, списі
Δόρυ στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δόρυ

δόρυ ετυμολογία, δόρυ mieszko, δόρυ του έθνους, δόρυ αγγλικά, αρχαίο δόρυ, δόρυ λεξικό γλώσσας ουκρανικά, δόρυ στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • δόνηση στα ουκρανικά - струс, поштовхи, вібрація, вібрування, дрож, трепет, вібрації
  • δόξα στα ουκρανικά - слава, дякувати
  • δότης στα ουκρανικά - донор
  • δύναμη στα ουκρανικά - розсипчастий, порошкоподібний, примусити, примушувати, поліція, сила, мст, ...
Τυχαίες λέξεις
Δόρυ στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: спис, списа, списі