Εμπορικός στα εσθονικά
Μετάφραση: εμπορικός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kaubandus-, kaubanduslik, äri-, kaubandusliku, kaubanduslike
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εμπορικός
εμπορικός κώδικας, εμπορικός σύλλογος χαλκίδας, εμπορικός σύλλογος βόλου, εμπορικός σύλλογος καβάλας, εμπορικός σύλλογος πατρών, εμπορικός λεξικό γλώσσας εσθονικά, εμπορικός στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- εμποδισμός στα εσθονικά - preventsioon, ärahoidmine, vältimine, blokeerimise, blokeerides, blokeerimine, blokeeriva, ...
- εμπορεύματα στα εσθονικά - kaubaartikkel, kaup, kaubad, kaupade, kauba, kaupu
- εμποτίζω στα εσθονικά - leotama, sünnipärane, sügavalt sisse immutama, sügavasti juurdunud
- εμπρηστής στα εσθονικά - süütaja, süütajatena, keda otsib
Τυχαίες λέξεις
Εμπορικός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: kaubandus-, kaubanduslik, äri-, kaubandusliku, kaubanduslike
Μεταφράσεις: kaubandus-, kaubanduslik, äri-, kaubandusliku, kaubanduslike