Εμπορικός στα λιθουανικά
Μετάφραση: εμπορικός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
prekybos, komercinis, komercinės, komercinė, komercinių
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εμπορικός
εμπορικός κώδικας, εμπορικός σύλλογος χαλκίδας, εμπορικός σύλλογος βόλου, εμπορικός σύλλογος καβάλας, εμπορικός σύλλογος πατρών, εμπορικός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, εμπορικός στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- εμποδισμός στα λιθουανικά - blokavimas, blokavimo, blokuoja, blokuoti, tuo trukdant
- εμπορεύματα στα λιθουανικά - prekiauti, prekės, prekių, prekes, prekėms
- εμποτίζω στα λιθουανικά - Įsitvirtino, Dažytos į pluoštą, Nuolat farbować, Wyciskać piętno, Cinkuota ir siūlai
- εμπρηστής στα λιθουανικά - arsonist
Τυχαίες λέξεις
Εμπορικός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: prekybos, komercinis, komercinės, komercinė, komercinių
Μεταφράσεις: prekybos, komercinis, komercinės, komercinė, komercinių