Κοινωνικός στα εσθονικά

Μετάφραση: κοινωνικός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sotsiaalne, vastutulelik, seltskondlik, seltsiv, väljuv, ühiskondlik, sotsiaal-, sotsiaalse, sotsiaalset, sotsiaalsete
Κοινωνικός στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κοινωνικός

κοινωνικός τουρισμός ογα, κοινωνικός ρατσισμός ορισμός, κοινωνικός τουρισμός 2014 καταλύματα, κοινωνικός αποκλεισμός, κοινωνικός τουρισμός οαεδ, κοινωνικός λεξικό γλώσσας εσθονικά, κοινωνικός στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • κοινοτυπία στα εσθονικά - banaalsus, Turism, Iseenesestmõistetavust, aabitsatõde, käibetõeks
  • κοινωνία στα εσθονικά - ühiskond, ühiskonna, ühiskonnas, ühiskonda, ühiskonnale
  • κοινόβιο στα εσθονικά - kogukond, kommuun, vald, abiklooster, Priory, klooster, varem oli tegevus
  • κοινός στα εσθονικά - jagatud, ühiskondlik, ühine, liigend, avalikkus, harilik, avalik, ...
Τυχαίες λέξεις
Κοινωνικός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: sotsiaalne, vastutulelik, seltskondlik, seltsiv, väljuv, ühiskondlik, sotsiaal-, sotsiaalse, sotsiaalset, sotsiaalsete