Κοινωνικός στα σουηδικά
Μετάφραση: κοινωνικός, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
samhällelig, sällskaplig, social, socialt, sociala, den sociala
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κοινωνικός
κοινωνικός τουρισμός ογα, κοινωνικός ρατσισμός ορισμός, κοινωνικός τουρισμός 2014 καταλύματα, κοινωνικός αποκλεισμός, κοινωνικός τουρισμός οαεδ, κοινωνικός λεξικό γλώσσας σουηδικά, κοινωνικός στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- κοινοτυπία στα σουηδικά - truism, truismen, självklarhet, självklar sanning
- κοινωνία στα σουηδικά - förening, samhälle, sällskap, samhället, samhällets, samhälls
- κοινόβιο στα σουηδικά - kommun, Priory, Prieuré, prioryen, kloster, priorskloster
- κοινός στα σουηδικά - bruklig, trivial, led, vanligt, vanlig, gängse, publik, ...
Τυχαίες λέξεις
Κοινωνικός στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: samhällelig, sällskaplig, social, socialt, sociala, den sociala
Μεταφράσεις: samhällelig, sällskaplig, social, socialt, sociala, den sociala