Κοινωνικός στα τούρκικα
Μετάφραση: κοινωνικός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sosyal, toplumsal
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κοινωνικός
κοινωνικός τουρισμός ογα, κοινωνικός ρατσισμός ορισμός, κοινωνικός τουρισμός 2014 καταλύματα, κοινωνικός αποκλεισμός, κοινωνικός τουρισμός οαεδ, κοινωνικός λεξικό γλώσσας τούρκικα, κοινωνικός στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- κοινοτυπία στα τούρκικα - herkesin bildiği gerçek, herkesin bildiği, bilinen gerçek, herkesçe bilinen, doğruluğu kabul edilmiş önerme
- κοινωνία στα τούρκικα - dernek, şirket, kurum, toplum, toplumun, toplumu, bir toplum, ...
- κοινόβιο στα τούρκικα - manastır, Priory, The Priory, FINE, manastırda
- κοινός στα τούρκικα - eklem, ortak, klişe, bayağı, park, yaygın, sizin ortak, ...
Τυχαίες λέξεις
Κοινωνικός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: sosyal, toplumsal
Μεταφράσεις: sosyal, toplumsal