Κόρνα στα εσθονικά

Μετάφραση: κόρνα, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ruupor, sarv, sarvest, horn, sarvedest, sarve
Κόρνα στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κόρνα

κόρνα μοτοσυκλέτας, κόρνα αέροσ, κόρνα αστυνομίας, κόρνα ποδηλάτου, κόρνα ναυτίλος, κόρνα λεξικό γλώσσας εσθονικά, κόρνα στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • κόρα στα εσθονικά - kooruke, koorik, maakoor, kooriku, maakoore, koor
  • κόρη στα εσθονικά - tütar, tütre, tütart, tütrele, tütrega
  • κόσμημα στα εσθονικά - kalliskivi, juveel, Jewel, ehteks, juveeli
  • κόσμος στα εσθονικά - rahvas, maailm, inimesed, maailma, maailmas, maailmast, maailmale
Τυχαίες λέξεις
Κόρνα στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: ruupor, sarv, sarvest, horn, sarvedest, sarve