Μάνα στα εσθονικά
Μετάφραση: μάνα, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ema, emale, emaga, emal, emalt
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μάνα
μάνα μητέρα μαμά, μάνα μου ελλάς, μάνα γη, μάνα που ζω, μανα μου τα κλεφτόπουλα, μάνα λεξικό γλώσσας εσθονικά, μάνα στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- μάλλινος στα εσθονικά - villane, villasest, villase, villast, kalevivabrik
- μάλλον στα εσθονικά - tõenäoline, tõenäoliselt, pigem, üsna, mitte, suhteliselt, vaid
- μάνικα στα εσθονικά - lõdvik, sukkpüksid, voolik, vooliku, voolikut, voolikud, voolikuga
- μάνταλο στα εσθονικά - riiv, link, riivi, sulguriga, sulguri, latch
Τυχαίες λέξεις
Μάνα στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: ema, emale, emaga, emal, emalt
Μεταφράσεις: ema, emale, emaga, emal, emalt