Μάνα στα λευκορωσικά

Μετάφραση: μάνα, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
маці, мать, мама
Μάνα στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μάνα

μάνα μητέρα μαμά, μάνα μου ελλάς, μάνα γη, μάνα που ζω, μανα μου τα κλεφτόπουλα, μάνα λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, μάνα στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • μάλλινος στα λευκορωσικά - воуна, ваўнянай, ваўняны, шерстяной, шарсцяной, ваўняных
  • μάλλον στα λευκορωσικά - даволі, досыць, дастаткова
  • μάνικα στα λευκορωσικά - шланг
  • μάνταλο στα λευκορωσικά - зашчапка
Τυχαίες λέξεις
Μάνα στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: маці, мать, мама