Νόημα στα εσθονικά
Μετάφραση: νόημα, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
tähendus, meel, tähendab, mis tähendab
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νόημα
νόημα παλυβού, νόημα ζηνα, νόημα των χριστουγέννων, νόημα συνώνυμα, νόημα στη ζωή, νόημα λεξικό γλώσσας εσθονικά, νόημα στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- νωρίς στα εσθονικά - varane, ammune, varajane, varakult, vara, alguses
- νωχελής στα εσθονικά - laisk, uimane, aeglase kuluga, indolentne, loid, laisa
- νόμιζα στα εσθονικά - mõte, arvasin, mõelnud, arvasid
- νόμιμα στα εσθονικά - seaduslikult, õiguslikult, juriidiliselt, seadusega, õiguspäraselt
Τυχαίες λέξεις
Νόημα στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: tähendus, meel, tähendab, mis tähendab
Μεταφράσεις: tähendus, meel, tähendab, mis tähendab