Περικόπτω στα εσθονικά

Μετάφραση: περικόπτω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kärpima, vähendama, kokku hoidma, Lõigata, kulusid kärpima, säästma
Περικόπτω στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: περικόπτω

περικόπτω λεξικό γλώσσας εσθονικά, περικόπτω στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • περικλείω στα εσθονικά - ümbritsema, palistus, köhatus, ääris, hem, kõhatama
  • περικυκλώνω στα εσθονικά - raamistus, ümbritsema, ümbruskond, kompass, kompassi, kompassid, ilmakaar
  • περιλαμβάνω στα εσθονικά - tegelema, sisaldama, koosnema, hõlmama, jagunema, sisaldada, sisaldavad, ...
  • περιμένω στα εσθονικά - ootama, eeldama, talje, vöökoht, oota, oodata, oodake
Τυχαίες λέξεις
Περικόπτω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: kärpima, vähendama, kokku hoidma, Lõigata, kulusid kärpima, säästma