Πολυτέλεια στα εσθονικά

Μετάφραση: πολυτέλεια, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
luksus, luksuslik, luksust, luksuskaupade, luksuslikku
Πολυτέλεια στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πολυτέλεια

πολυτέλεια συνώνυμο, φορος πολυτέλεια, πολυτέλεια αντώνυμο, πολυτέλεια αντίθετο, πολυτέλεια αποφθέγματα, πολυτέλεια λεξικό γλώσσας εσθονικά, πολυτέλεια στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • πολυσύνθετος στα εσθονικά - kompleksne, kompleks, keeruline, kompleksi, keerulise, keerukas
  • πολυτάραχος στα εσθονικά - turbulentne, keeriseline, tormine, tormisel, tormiline, tormise, tuisune
  • πολυτελής στα εσθονικά - luksuslik, priiskav, pillav, ülevoolav, luksus, luksuslikest, luksuslikku, ...
  • πολύ στα εσθονικά - päris, väga, suuresti, on väga, eriti, üsna
Τυχαίες λέξεις
Πολυτέλεια στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: luksus, luksuslik, luksust, luksuskaupade, luksuslikku