Πολυτέλεια στα ισλανδικά

Μετάφραση: πολυτέλεια, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
lúxus, Luxury, Lúxus í
Πολυτέλεια στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πολυτέλεια

πολυτέλεια συνώνυμο, φορος πολυτέλεια, πολυτέλεια αντώνυμο, πολυτέλεια αντίθετο, πολυτέλεια αποφθέγματα, πολυτέλεια λεξικό γλώσσας ισλανδικά, πολυτέλεια στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • πολυσύνθετος στα ισλανδικά - flókinn, flókið, flókin, flóknari, flóknar, flókna
  • πολυτάραχος στα ισλανδικά - stormasamt
  • πολυτελής στα ισλανδικά - lúxus, glæsilegt
  • πολύ στα ισλανδικά - miklu, ákaflega, stórum, mikill, mjög, afar
Τυχαίες λέξεις
Πολυτέλεια στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: lúxus, Luxury, Lúxus í