Ράπτης στα εσθονικά

Μετάφραση: ράπτης, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
rätsep, õmblema, kohandatud, tailor, kohandada, spetsiaalselt
Ράπτης στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ράπτης

ράπτης ράπτη 2001, ράπτης και ράπτη 2007, ράπτης σωτήριος, ράπτης κωνσταντίνος, ράπτης ράπτη 2007, ράπτης λεξικό γλώσσας εσθονικά, ράπτης στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • ράντσο στα εσθονικά - rantšo, Ranch, rantšos, rant, Ranch linnas
  • ράπισμα στα εσθονικά - energiline, nüpeldamine, kiire, Löögi, Biff, Nyrkin löök, Löök
  • ράσο στα εσθονικά - sutaan, Papinkauhtana, Kasukka, pikk kitsas preestrikuub
  • ράσπα στα εσθονικά - raspeldama, kriipima, raspel, raspli, Käest, rasp, raspliga
Τυχαίες λέξεις
Ράπτης στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: rätsep, õmblema, kohandatud, tailor, kohandada, spetsiaalselt