Ράπτης στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: ράπτης, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
наменска, кројач, скроени, прилагоден, прилагоди
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ράπτης
ράπτης ράπτη 2001, ράπτης και ράπτη 2007, ράπτης σωτήριος, ράπτης κωνσταντίνος, ράπτης ράπτη 2007, ράπτης λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, ράπτης στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- ράντσο στα σλαβομακεδονικά - ранч, ранчот, ранч во, ранчот на, сточарски
- ράπισμα στα σλαβομακεδονικά - посилна плесница
- ράσο στα σλαβομακεδονικά - расо, свештеник
- ράσπα στα σλαβομακεδονικά - малина, стружење, пила
Τυχαίες λέξεις
Ράπτης στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: наменска, кројач, скроени, прилагоден, прилагоди
Μεταφράσεις: наменска, кројач, скроени, прилагоден, прилагоди