Σάλος στα εσθονικά
Μετάφραση: σάλος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ärevus, sagin, kära, möll, lärm, melu, käratsemist, rahutus, käratsevat
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σάλος
σάλος στο διαδίκτυο με την πιο περιζήτητη sex-tape όλων των εποχών, σάλος με διαγωνιζόμενο που κούρεψε τη δέσποινα βανδή με την «ψιλή» στα γυρίσματα του «the voice», σάλος στα τρίκαλα διαλύθηκε ο γάμος όταν αποκαλύφθηκε ότι η νύφη, σάλος στο youtube για τον πιο... ανόητο έφηβο, σάλος λαγός, σάλος λεξικό γλώσσας εσθονικά, σάλος στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- ρώμη στα εσθονικά - jõud, tugevus, Rooma, rome, Roomas, on Roomas
- σάλι στα εσθονικά - rätik, võrksall, sall, õlasall, salli, rätiku
- σάλπιγγα στα εσθονικά - helmes, ruupor, sarv, trompet, trompetile, trompetit, trompeti, ...
- σάλτσα στα εσθονικά - hõlptulu, lihakaste, kaste, kastmes, kastmega, kastme, kastet
Τυχαίες λέξεις
Σάλος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: ärevus, sagin, kära, möll, lärm, melu, käratsemist, rahutus, käratsevat
Μεταφράσεις: ärevus, sagin, kära, möll, lärm, melu, käratsemist, rahutus, käratsevat