Στέλεχος στα εσθονικά
Μετάφραση: στέλεχος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
luurama, tüvi, jälitama, ohvitser, kõmpima, liige, varretaoline, vöörtääv, vars, varre, tüvirakkude, varras
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στέλεχος
στέλεχος ασφαλείας προσώπων & υποδομών, στέλεχος διοίκησης και οικονομίας στον τομέα του τουρισμού, στέλεχος τεχνολογίας & ελέγχου τροφίμων και ποτών, στέλεχος στα αγγλικά, στέλεχος υπηρεσιών αερομεταφοράς, στέλεχος λεξικό γλώσσας εσθονικά, στέλεχος στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- στέγνωμα στα εσθονικά - kuivatav, kuiv, keemiline, kuiva, kuivas, kuivad
- στέκα στα εσθονικά - kii, cue, löögikuuliga, kiid
- στέλνω στα εσθονικά - saatma, Kirjuta, saata, talle, saada
- στέμμα στα εσθονικά - kroon, Crown, võra, krooni, kroonnupp
Τυχαίες λέξεις
Στέλεχος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: luurama, tüvi, jälitama, ohvitser, kõmpima, liige, varretaoline, vöörtääv, vars, varre, tüvirakkude, varras
Μεταφράσεις: luurama, tüvi, jälitama, ohvitser, kõmpima, liige, varretaoline, vöörtääv, vars, varre, tüvirakkude, varras