Σταλάζω στα εσθονικά
Μετάφραση: σταλάζω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
tilgutama, tilkuma, tilkumine, nirisema, nire, käputäis, trickle, harujõgi
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σταλάζω
σταλάζω συνώνυμα, σταλάζω λεξικό γλώσσας εσθονικά, σταλάζω στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- σταθμίζω στα εσθονικά - kaaluma, mõtisklema, loodima, juurdlema, kaalutud
- σταθμός στα εσθονικά - jaam, Station, jaama, jaamas, peatus
- σταματώ στα εσθονικά - tekk, seiskuma, peatama, seisak, peatuma, seisatuma, märgistama, ...
- στασιασμός στα εσθονικά - mässumeelsus, mäss, mässule õhutamist, mässu, mässamise
Τυχαίες λέξεις
Σταλάζω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: tilgutama, tilkuma, tilkumine, nirisema, nire, käputäis, trickle, harujõgi
Μεταφράσεις: tilgutama, tilkuma, tilkumine, nirisema, nire, käputäis, trickle, harujõgi