Σταλάζω στα ουκρανικά

Μετάφραση: σταλάζω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
крапля, крапати, краплин, крапання, капати, капіж, цівка, струмок, струмінь, цівочка, струмочок
Σταλάζω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σταλάζω

σταλάζω συνώνυμα, σταλάζω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, σταλάζω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • σταθμίζω στα ουκρανικά - водоймище, ставок, став, басейн, оперення, зважений, виважений, ...
  • σταθμός στα ουκρανικά - вокзал, дільниця, відділок, пост, стоянка, станція
  • σταματώ στα ουκρανικά - лік, шах, зупинити, рахівниці, замішання, зупинитися, вагатися, ...
  • στασιασμός στα ουκρανικά - підбурювання, крамола, крамолу
Τυχαίες λέξεις
Σταλάζω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: крапля, крапати, краплин, крапання, капати, капіж, цівка, струмок, струмінь, цівочка, струмочок