Σταλάζω στα πορτογαλικά

Μετάφραση: σταλάζω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
brindar, pingar, gota, gotejamento, pingo, gotejar, trickle
Σταλάζω στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σταλάζω

σταλάζω συνώνυμα, σταλάζω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, σταλάζω στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • σταθμίζω στα πορτογαλικά - reflectir, lago, ponderar, lagoa, pesado, ponderada, ponderado, ...
  • σταθμός στα πορτογαλικά - posto, estação, indicação, emprego, lugar, correio, ofício, ...
  • σταματώ στα πορτογαλικά - parar, pausar, padrão, suspensão, revisar, fiscalizar, inspeccionar, ...
  • στασιασμός στα πορτογαλικά - sedição, a sedição, rebelião, de sedição, sedition
Τυχαίες λέξεις
Σταλάζω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: brindar, pingar, gota, gotejamento, pingo, gotejar, trickle