Υλιστικός στα εσθονικά
Μετάφραση: υλιστικός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
materialistlik, materialistliku, materialistlikud, materialistlikule, materialistlikust
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υλιστικός
υλιστικός τρόπος ζωής, υλιστικός μονισμός, υλιστικός λεξικό γλώσσας εσθονικά, υλιστικός στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- υιός στα εσθονικά - poeg, poja, pojale, poega
- υλισμός στα εσθονικά - materialism, materialismi, materialismist, materialismile, materiaalsuse
- υλοποιούμαι στα εσθονικά - realiseerima, taipama, ylopoioumai
- υλοποιώ στα εσθονικά - rakendama, vahend, teostuma, realiseerunud, realiseeruda, realiseerumist, realiseeruks
Τυχαίες λέξεις
Υλιστικός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: materialistlik, materialistliku, materialistlikud, materialistlikule, materialistlikust
Μεταφράσεις: materialistlik, materialistliku, materialistlikud, materialistlikule, materialistlikust