Υλιστικός στα τσεχικά
Μετάφραση: υλιστικός, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
materialistický, materialistická, materialistické, materialistickou, materialista
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υλιστικός
υλιστικός τρόπος ζωής, υλιστικός μονισμός, υλιστικός λεξικό γλώσσας τσεχικά, υλιστικός στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- υιός στα τσεχικά - chlapec, zeť, hoch, syn, syna, synem, synu
- υλισμός στα τσεχικά - materialismus, materialismu, materialismem, materializmus
- υλοποιούμαι στα τσεχικά - zpeněžit, provést, realizovat, prodat, ylopoioumai
- υλοποιώ στα τσεχικά - zavádět, zavést, nástroj, zhmotnit, projeví, zhmotní, naplnit, ...
Τυχαίες λέξεις
Υλιστικός στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: materialistický, materialistická, materialistické, materialistickou, materialista
Μεταφράσεις: materialistický, materialistická, materialistické, materialistickou, materialista