Άδειος στα ισλανδικά
Μετάφραση: άδειος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
auður, tómur, tóm, tómt, autt, tæma
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άδειος
άδειος σάκος, άδειος 5ος οίκος, άδειος συλλαβισμός, άδειος συνώνυμα, άδειος σάκος κύησης, άδειος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, άδειος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- άγχος στα ισλανδικά - streitu, streita, álag, álagi
- άδεια στα ισλανδικά - heimild, leyfi, leyfið, leyfisveitandi, skírteini, leyfi til
- άδικος στα ισλανδικά - rangláta, ótrúr, ranglátir, ranglátu
- άδολος στα ισλανδικά - látlaus, einfaldlega, venjuleg, venjulegur, óblandaðir
Τυχαίες λέξεις
Άδειος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: auður, tómur, tóm, tómt, autt, tæma
Μεταφράσεις: auður, tómur, tóm, tómt, autt, tæma