Άδειος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: άδειος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
lugar, esvaziar, vão, total, vago, vazio, emprego, esgotar, vácuo, vazia, vazios, vazias, branco
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άδειος
άδειος σάκος, άδειος 5ος οίκος, άδειος συλλαβισμός, άδειος συνώνυμα, άδειος σάκος κύησης, άδειος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, άδειος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- άγχος στα πορτογαλικά - recalcar, esforçar, reforçar, pressão, força, angústia, sublinhar, ...
- άδεια στα πορτογαλικά - permanente, licença, aquiescer, licenciar, consentir, consentimento, permitir, ...
- άδικος στα πορτογαλικά - injusto, injustos, injusta, maligno os, injustas
- άδολος στα πορτογαλικά - planície, simples, liso, claro, plain
Τυχαίες λέξεις
Άδειος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: lugar, esvaziar, vão, total, vago, vazio, emprego, esgotar, vácuo, vazia, vazios, vazias, branco
Μεταφράσεις: lugar, esvaziar, vão, total, vago, vazio, emprego, esgotar, vácuo, vazia, vazios, vazias, branco