Άδειος στα νορβηγικά
Μετάφραση: άδειος, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
tømme, ledig, tom, tomt, tomme, åpne, er tom
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άδειος
άδειος σάκος, άδειος 5ος οίκος, άδειος συλλαβισμός, άδειος συνώνυμα, άδειος σάκος κύησης, άδειος λεξικό γλώσσας νορβηγικά, άδειος στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- άγχος στα νορβηγικά - betoning, bestyrtelse, stress, understreke, forskrekkelse, kval, trykk, ...
- άδεια στα νορβηγικά - godkjenne, tillatelse, tillate, lisens, lisensen
- άδικος στα νορβηγικά - urettferdig, urettferdige, gjør urett, som gjør urett
- άδολος στα νορβηγικά - plain, sletten, vanlig, ren, rent
Τυχαίες λέξεις
Άδειος στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: tømme, ledig, tom, tomt, tomme, åpne, er tom
Μεταφράσεις: tømme, ledig, tom, tomt, tomme, åpne, er tom