Έμψυχος στα ισλανδικά

Μετάφραση: έμψυχος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
lifandi, Hreyfimynd, hreyfast
Έμψυχος στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: έμψυχος

έμψυχος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, έμψυχος στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • έμπορος στα ισλανδικά - söluaðila, kaupmaður, söluaðilar, Gjafarinn, og söluaðilar
  • έμφαση στα ισλανδικά - áhersla, áherslu, áherslan, lögð, lögð áhersla
  • ένα στα ισλανδικά - einn, að, er, sem, óákveðinn greinir í ensku, sem er
  • έναρθρος στα ισλανδικά - articulateness
Τυχαίες λέξεις
Έμψυχος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: lifandi, Hreyfimynd, hreyfast