Έμψυχος στα ιταλικά

Μετάφραση: έμψυχος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
animare, animare le, animare la, animato, animare i
Έμψυχος στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: έμψυχος

έμψυχος λεξικό γλώσσας ιταλικά, έμψυχος στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • έμπορος στα ιταλικά - commerciante, negoziante, rivenditore, concessionario, distributore, rivenditori
  • έμφαση στα ιταλικά - enfasi, accento, attenzione, l'accento, importanza
  • ένα στα ιταλικά - uno, una, questo, quello, un, di un, di
  • έναρθρος στα ιταλικά - articulateness
Τυχαίες λέξεις
Έμψυχος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: animare, animare le, animare la, animato, animare i